Παρουσίαση βιβλίου του Δρος Χάρη Μωρίκη «Εκόμισα εις την τέχνην», 5 Οκτωβρίου 2012, Στοά Βιβλίου Αθήνα
«Εκόμισα εις την Τέχνην…», Χάρη Μωρίκη, εκδ Ποταμός 2011
(Ο σχοινοβάτης θα ήθελε πολύ να τους έχει όλους μαζί του όταν θα επιχειρήσει ριψοκίνδυνα βήματα πάνω στο σκοινί. Να νιώθει τη συντρόφευση, την ανάσα του συμμερισμού, αν κάνει να πέσει να κρατηθεί από χέρια φίλων.
Όμως δεν μπορεί να γίνει έτσι.
Οι άλλοι θα τον συνοδεύσουν μέχρι πριν το σχοινί και μετά θα τον ξεπροβοδίσουν. Το εγχείρημα πρέπει να το κάνει μόνος του, αυτός ισορροπιστής δεξιοτέχνης, εκπαιδευμένος ακροβάτης του οριακού. Τουλάχιστον παρακολουθήστε τον με προσοχή, με τεντωμένες τις αισθήσεις σας, δείτε τον και μη χάσετε ούτε στιγμή από τον αγώνα που δίνει εμπρός σας.
Αυτός σας περνάει απέναντι.)
Σας παρουσιάζουμε απόψε ένα αξιόλογο βιβλίο.
Ένα βιβλίο το οποίο είναι «δύσκολο». Η δυσκολία δεν έγκειται στην διατύπωση παρά τη φαινομενική της πολυπλοκότητα. Στην πραγματικότητα πρόκειται για νοηματική συνθετότητά η οποία μάλιστα παρουσιάζει μια καλή ροϊκότητα, καταστάλαγμα αποκρυσταλλωμένων και διαυγασμένων σκέψεων. Αποκαλώ αυτό το βιβλίο δύσκολο, ως εγχείρημα πνευματικό και συγγραφικό, καθώς ο Χάρης Μωρίκης αίρει μια υψηλόφρονα γνωριστική και ερευνητική αξίωση: να εξηγήσει το ίδιο το αισθητικό φαινόμενο. Να ερμηνεύσει την αιτιότητα της επίδρασης που έχουν τα μεγάλα έργα πάνω μας, την ρίζα της δύναμής τους, τους μηχανισμούς που ενεργοποιούν και προκαλούν τον συθέμελο συγκλονισμό μας. Η γνωριστική αυτή αξίωση είναι μεγάλη, υψιπετής και προϋποθέτει ευψυχία και εμβαθυτική δεινότητα.
Το βιβλίο είναι δύσκολο, διότι ο συγγραφέας επιχειρεί να αντιπαρατεθεί με το «αίνιγμα της καλλιτεχνικής δημιουργίας», όπως ο ίδιος λέει.
Ένας «εξηγητικός» λόγος μπορεί να αρθεί στο ύψος της συνθετότητας του αισθητικού φαινομένου, μόνον όταν υιοθετήσει μια ανάλογη, την «δέουσα» ερμηνευτική συνθετότητα, (δεν σημαίνει αυτό πολυπλοκότητα), για να περιβάλλει σαν λεπτό δίχτυ την διαφεύγουσα ύλη της αισθητικής δύναμης. Τότε μόνο θα καταλειφθούν τα ήκιστα για χάρη της κατανόησης.
Προσωπικά, τέτοια μόνο βιβλία θέλω να διαβάζω, τολμηρά και φιλόδοξα. Βιβλία στα οποία συντελείται μια άνιση αναμέτρηση ανάμεσα σε έναν θαρρετό στοχαστή με το μυστήριο που εισηγούνται διηνεκώς, από κάθε τόπο τέχνης, οι μεγάλοι δημιουργοί, μειδιώντες μηχανορράφοι του υψηλού.
Μετουσίωση
Το ερωτικό πάθος, μη συναντώντας την φυσική του ικανοποίηση, μετασχηματίζεται σε ποίηση. Όμως δεν τελειώνει, δεν παύει εκεί. Σαν γράμμα σε μπουκάλι, σαν κρυφό χάραγμα, ενώ συντελείται η αποσβεστική μετουσίωση, ως λαθρεπιβαίνον συγκείμενο, διαφεύγει σύμπλουν, και εκβάλλεται στην άλλη όχθη και αγκυρώνεται στον ψυχισμό. Το γράμμα ελήφθη παρά ταύτα.
Η διαπεραστικότητα της ενορμητικής ώσης, ρηγνύει την επιβλητικότητα της μετουσίωσης, που έχει έργο της να αποστεγνώσει τη γενεσιουργό της. Και τελικά εγγράφει το γονιδίωμά της στο έργο τέχνης, και δι’ αυτού το ενσταλάσσει στον ψυχισμό του αποδέκτη του. Το γονιδίωμα αυτό, ως δυναμικό ίχνος, αναγνωρίζεται και προκαλεί απόκριση του ψυχισμού στον τόνο που θέτει.
Ιστορία
Ο συγγραφέας μας μεταφέρει εξ αρχής σε ένα επίπεδο όπου ιστορία, σημαίνουσα ιστορία, είναι η εσωτερικοποιούμενη πραγματικότητα, η ψυχική εγγραφή των ιστορικών γεγονότων. Εσωτερική ιστορία.
Εσωτερική ιστορία είναι η διάδραση ιστορικών προσώπων ως ψυχική εγγραφή. Παράλληλα ιστορία είναι το πλαίσιο μέσα στο οποίο εγκοσμιοποιείται, γίνεται ενίστορη η ενόρμηση. Ιστορία είναι μια δεξαμενή με αφορμές, ιστορικά γεγονότα και πρόσωπα, ο Ίμενος, ο Λεύκιος, ο Εμονίδης, που διαλαμβάνει ο ποιητικός λόγος για να μετουσιώσει την ενόρμηση. Ιστορία είναι η γνώση και η σκηνοθεσία που χρησιμοποιεί ο Καβάφης για να εξιστορήσει την εκδήλωση και τη διαδρομή της ενόρμησης. Ο τρόπος με τον οποίο νοηματοδοτείται η ιστορική στιγμή, όταν δημοσιοποιείται εξαίσια στην ποίηση, προκαλεί μια υπέρμετρη νοηματική διαστολή της ίδιας της ιστορικής στιγμής. Πώς; Καθιστώντας εφικτή την αέναη επιστροφή σ’ αυτήν.
Αυτή η σημαίνουσα πολυεδρικότητα της ιστορίας και η ανακάλυψη της στο εσωτερικό της ψυχικής ζωής αφήνει να αναβλύσουν νέες, βαθύτερες γνωσιολογικά, ποιότητες ιστορικότητας.
Η Μνήμη
Λέγοντας μνήμη εννοούμε πρωτίστως είτε την διαδικασία της ανάκλησης, είτε ένα νοητό εσωτερικό τόπο όπου αρχειοθετούμε ίχνη εμπειριών.
Μέσα στη θήκη της μνήμης, διατίθενται απρεπώς τα συναπτά του χρόνου, στην ιδιοχειρία της αναμόχλευσης, σαν τις χάντρες του αριθμητηρίου.
Αν ο χρόνος είναι πρωτίστως ακάματη ροή, ανεμπόδιστα πείσμων και απαρέγκλιτη ακολουθία, στη θήκη της μνήμης φυλάσσεται ένας χρόνος ασπόνδυλος και ανακόλουθος, ελαστικός.
Στη μνήμη κρατούμε το χρόνο πτυχωμένο ιδιόβουλα.
Ο Χάρης Μωρίκης μιλάει για τη μνήμη ως φορέα διατήρησης της ταυτότητας της ενόρμησης. Η μνήμη καταγράφει, διασώζει, συντηρεί και μεταφέρει αυτό που αποτελεί το γονιδίωμα , την ταυτότητα της ενόρμησης πριν αυτή μετατραπεί σε έργο τέχνης ή επιστήμης.
Η σκέψη αυτή με οδηγεί στην ακόλουθη πρόταση:
Μνήμη: Θάλαμος συγκράτησης της ενορμητικής δύναμης, όμως ευμάλακτο εκμαγείο, μέσα στο οποίο η ενορμητική δύναμη, αναμετρήθηκε με τα τοιχώματα και τα εγχάραξε, χαρακιές ίχνη, πριν αποδράσει προς τη μετουσίωσή της.
Υπέφερε η ενόρμηση μέσα, και πριν παρεκτονωθεί προς την μετουσίωσή της, άφησε πίσω τα χαράγματα, όπως οι φυλακισμένοι στα κελιά τους. Τα θυμάται ο δεσμοφύλακας (της ενόρμησης) ποιητής, τα αναγνωρίζει και ο αναγνώστης, δεσμώτης αν είναι και αυτός της ίδιας φυλακής.
Απόσπασμα από το βιβλίο:
Ο Καβάφης επιμένει στη μνήμη, όχι ως αναπόληση ή καθηλωτική ενατένιση, αλλά ως τη διάσταση εκείνη που εκπτύσσει την ίδια τη δημιουργία. Την εκπτύσσει διαρκώς προς τα εμπρός, διότι η μνήμη εν προκειμένω συντήκεται με την ίδια τη δημιουργική διαδικασία, την ποίησή του, που εξ ορισμού όπως κάθε δημιουργία έχει εμπροσθενεργό προσανατολισμό. Παρά τη φαινομενολογική οπισθενεργό κίνηση της ποίησης του προς το παρελθόν, προς το υποτιθέμενο βιωθέν, η μνήμη, επειδή διαρκώς τροφοδοτεί και ανανεώνει την ποιητική δημιουργία, κινείται μαζί της, εξ ορισμού προς έναν μέλλοντα χρόνο που είναι εκείνος του όποιου αποδέκτη της.
Ο συγγραφέας αναδεικνύει την δημιουργικά γενεσιουργό λειτουργία της μνήμης στον Καβάφη. Ενώ έλκει εκ φύσεως προς το παρελθόν, αυτή είναι η κυριολεξία της λέξης ανάκληση, περισσότερο τροφοδοτεί την ποιητική εκβλάστηση, ενσταλάζοντας ουσίες και χροιές από τις εμφυλαγμένες.
Σε μια φιλοσοφική θέαση, η μνήμη είναι εκείνος ο παράγοντας που επιτρέπει το παρόν στο υποκείμενο ως εισαγωγέας του παρελθόντος.
Για σκεφτείτε… Αλλιώς θα βιώναμε ένα αδικαιολόγητα αναφυόμενο παρόν, σαν πομφόλυγα, που θα επανεκδηλώνονταν κάθε στιγμή προς διαρκή εκπληξή μας. Άρα η μνήμη είναι ασφαλώς υποστασιοποιός δύναμη. Ως υποστασιοποιός δύναμη που οριοθετεί την χρονική ακολουθία, νοηματοδοτεί την ύπαρξή μας μέσα στο χρόνο και στο χώρο.
Στον Καβάφη, χάριν της μνήμης, η διαμόχλευση των χρονικών ακολουθιών, τα χρονικά παλίμψηστα, υπηρετούν μια έμπνοη ανασύνταξη των νοημάτων. Η μνήμη, δεξαμενή ιχνών αλλά και τοποτηρητής των χρονικών ακολουθιών είναι καθ’ ύλην αρμόδια για την μετουσίωση, την ίδια την ποιητική συντέλεση.
Η μνήμη επιτρέπει, περισσότερο ακόμα, συνίσταται, στην ιδιόχειρη αναμόχλευση του χρόνου, στην αθέτηση, στην αποσυναρμολόγηση των χρονικών ακολουθιών.
Επίσης, η κοινοποίηση ενός ιδιωτικού βιώματος εγκαινιάζει έναν τόπο συνάντησης, μια πρωτόλεια εκδοχή της πληθυντικότητας.
Καταμένει ο ίδιος τρόπος του Καβάφη που κάνει καλλιτεχνικό επίτευγμα την αποσυναρμολόγηση και την συνάντηση.
Μετουσίωση και ναρκισσισμός
Ο ΧΜ ξεκινάει από την αποκατάσταση της έννοιας και φάσης του ναρκισσισμού. Της αφαιρεί την παθογένεια που της προσδίδουν και την αναψηλαφεί.
Έχοντας αφήσει πίσω του την τρέχουσα αντίληψη που θεωρεί τον ναρκισσισμό ως μια παθογενή καθήλωση, ή μια αμφιλεγόμενης αξίας φάση στην ψυχική εξέλιξη του υποκειμένου, ανακαλύπτει και φωτίζει στον ναρκισσισμό τον αφανή του πλούτο.
Γράφει: «Η σημασία της ναρκισσιστικής συνιστώσας είναι κεντρική στην εικόνα του σώματος, μέσω της κατοπτρικής της διάστασης, και στην ανασύσταση της εικόνας αυτής από την τέχνη. Το ενδιαφέρον για την ομορφιά και την τελειότητα, που ήταν ο κινητήριος μοχλός επί αιώνες του καλλιτεχνικού στερεώματος, παραπέμπει στη στιγμή εκείνη της ψυχικής εξελίξεως όπου ιδεώδες και εαυτός είναι ένα. Εκεί, η ομορφιά, τέλεια αυτάρκης και αυθυπόστατη, δεν χρειάζεται θεατές άλλους από τον φέροντα οργανισμό που την εμπεριέχει, που είναι ταυτοχρόνως ο γεννήτωρ και το απότοκο.»
Και αμέσως κάνει τη σύνδεση του ναρκισσισμού με το αισθητικό φαινόμενο.
Στη ναρκισσιστική περίοδο: η αίσθηση της απόλαυσης που διαθέτει το υποκείμενο, πριν δηλαδή από τη διαφοροποίηση εαυτού και αντικειμένου, διατηρεί ακραία τη συμπύκνωσή της. Θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι σε αυτήν την περίπτωση η ναρκισσιστική πληρότητα προέρχεται από έναν διαρκή κορεσμό της επιθυμίας, η οποία, παρά την αυτόματη ικανοποίηση (μέσω της μητέρας ή μέσω φαντασιωτικής δραστηριότητας), διατηρεί τον ψυχισμό σε ένα είδος βραχυκυκλώματος, που κρατάει τη ένταση διαρκώς στο μέγιστο. Η ευχαρίστηση δεν προέρχεται από την πτώση της εντάσεως, αλλά απ’ αυτόν τον διαρκή κορεσμό, που γίνεται το συνώνυμο της αναπνεύσιμης ατμόσφαιρας στο ναρκισσιστικό σύμπαν.
Κατά τη δική μας θεώρηση, στις ευτυχέστερες στιγμές της η Τέχνη επιτυγχάνει την επιστροφή σε αυτήν την κατάσταση πραγμάτων, χρησιμοποιώντας τα υλικά της ως ηλεκτροφόρο ρεύμα, τα συναισθήματα ως αγωγό. Συνιστά έτσι μια πολύ ιδιαίτερη διεπιφάνεια ψυχικού και σωματικού, σημείο τομής εξωτερικής και εσωτερικής πραγματικότητας, ατομικού και ομαδικού. Συγκλονίζει το υποκείμενο μόνο στο βαθμό που του επαναφέρει έναν συγκλονισμό παλαιότερο, όταν με τα μέσα της του καθιστά επιτρεπτό να διατρέξει ξανά τη διαδρομή που οδηγεί σε αυτήν την ανείπωτη αίσθηση πληρότητας και ευτυχίας.
Ο συγγραφέας με την ανάλυση αυτή αναγνωρίζει το ναρκισσισμό και το «ωκεάνιο συναίσθημα» ως τον πυρήνα της αισθητικής δύναμης, το ίδιο το αίτιο του αισθητικού πάθους. Αυτή είναι μια πρωτότυπη θέση που ουσιαστικά εγκαινιάζει μια αισθητική θεωρία. Η φιλοσοφία συνήθως τοποθέτησε την ουσία του αισθητικού φαινομένου σε υψιπετείς εννοιακές εγκαταστάσεις, όπως το υψηλό (sublime). Η υπόδειξη για την καταλυτική παρουσία του σωματικού παράγοντα και των ψυχικών παραγώγων του ως γενέθλιου τόπου του αισθητικού ιδεώδους είναι μια ξεχωριστή ιδέα.
Η θέση αυτή του Χάρη Μωρίκη έχει μια λογική συνέπεια, την οποία θα θέσω προς συζήτηση.
Αν αποδεχτούμε την ικανότητα των μεγάλων έργων να ενεργοποιούν μια επιστροφή στην κατάσταση της αρχέγονης ευδαιμονίας ως εξήγηση του αισθητικού πάθους, της επίδρασης δηλαδή που έχουν τα μεγάλα έργα στον ψυχισμό μας, δεν θέτουμε ταυτόχρονα την ικανότητα αυτή ως κριτηριακή προϋπόθεση του μεγάλου έργου; Δηλαδή δεν παραδεχόμαστε ταυτόχρονα ότι μόνο όταν μπορεί ένα έργο να ενεργοποιήσει αυτήν την επιστροφή, δικαιούται να συγκαταλέγεται, χάριν αυτής της βιωματικής επιμαρτύρησης, στην εκλεκτή ομάδα των μεγάλων έργων; Δεν θέτουμε με αυτόν τον τρόπο μια αισθητική προϋπόθεση, ψυχικής αναγωγής, και υπ’ αυτήν την έννοια δεν εγκαινιάζουμε μια αισθητική θεωρία;
Ο συγγραφέας ισχυρίζεται ότι τα μεγάλα έργα έχουν τη δύναμη να ενεργοποιούν έναν ενδιάθετο μηχανισμό επανασύνδεσης με αυτήν την φάση της εξέλιξής μας, την άχρονη εποχή της ναρκισσιστικής ευδαιμονίας.
Ζητούμενο αλλά και οντολογική προϋπόθεση για ένα έργο τέχνης είναι η ικανότητά του να διαπερνά τις αδρανείς βαριές στοιβάδες απουσίας από την ναρκισσιστική πληρότητα, την βαριά σώρρευση ιχνών αποστασιοποίησης από την κοιτίδα της τερπνότητας.
Επόμενη σκέψη: Ο βίος, η περιπλάνηση της ζωής ίσως είναι ένα χρονικό απομάκρυνσης από το ευωχικό σημείο. Μια ιστορία ανεστιότητας.
Τα μεγάλα έργα είναι ευκαιρίες ψυχικού επαναπροσανατολισμού, ή καλύτερα επαναπατρισμού. Δείκτες, σήματα επανεστίασης με σημαινόμενο την ναρκισσιστική ευδαιμονία. Η απροκατάληπτη έκθεση σ’ αυτά, μπορεί να ενεργοποιήσει τη συσπειρωμένη τους δύναμη, ικανή να μας εκτινάξει ως την μνημική αναβάπτισή μας στην αρχέγονη αυτή κατάσταση.
Φαίνεται να πορευόμαστε σαν ζαλισμένοι, δυσμνήμονες, κουβαλώντας πένθος για μακρινή απώλεια, για κάτι πολύτιμο που κάποτε είχαμε και κατόπιν χάσαμε. Την αρχέγονη ωκεάνια, ναρκισσιστική ευδαιμονία μας. Η περιπλάνησή μας στη ζωή δεν είναι παρά αθέλητη απομάκρυνση από την κοιτίδα της. Τα ίχνη των βημάτων μας, οι γραμμές που αφήνουμε πίσω μας, είναι κουβάρι κόμποι και αμάζευτη απομάκρυνση. Άλυτα μπερδεμένος ο μίτος της Αριάδνης,
Το απαρηγόρητο πρώτο κλάμα του μωρού, αυτή η αρχέγονη κραυγή της ύπαρξης, όταν κόπτεται ο ομφάλιος λώρος και βίαια τελείται η μεγάλη πρώτη στέρηση. Η μεγάλη πρώτη στέρηση, τα οικτρά εισόδια μας στον κόσμο. Η περιπλάνηση της ζωής, όλη διάβημα και καημός επανασύνδεσης με την αρχέγονη ευδαιμονία. Μια αμυδρά λήθη ακολούθησε και μας επέτρεψε να ζούμε έχοντας πρώιμα τρωθεί. Η αμυδρά λήθη μετριάζει το πένθος, σκεπάζοντας την κοιτίδα της αρχέγονης ευδαιμονίας. Πενθεί περισσότερο όποιος θυμάται καλύτερα.
Το πένθος τούτο δεν είναι λύπη για μια αμετάκλητη απώλεια. Εκδηλώνεται αντεστραμμένο, ως διακαής πόθος επανεύρεσης της χαμένης ευδαιμονίας.
Τα Έργα είναι οπές στο μάγμα της ύπαρξης.